WordReference English-Greek Dictionary © 2025:
Κύριες μεταφράσεις |
clear [sth] up vtr phrasal sep | (make tidy) | τακτοποιώ, συμμαζεύω ρ μ |
| | μαζεύω ρ μ |
| Maria told the children to clear their toys up when they'd finished playing with them. |
| Η Μαρία είπε στα παιδιά να μαζέψουν τα παιχνίδια τους, όταν τελειώσουν το παιχνίδι. |
clear [sth] up vtr phrasal sep | figurative (clarify) | διευκρινίζω, αποσαφηνίζω ρ μ |
| (καθομιλουμένη) | ξεκαθαρίζω ρ μ |
| I was hoping that you could clear something up for me. |
| Ήλπιζα ότι μπορούσες να μου διευκρινίσεις κάτι. |
clear up vi phrasal | (ailment: get better) | υποχωρώ ρ αμ |
| The doctor told me the rash would clear up in about six weeks. |
| Ο γιατρός μου είπε ότι το εξάνθημα θα υποχωρήσει σε περίπου έξι βδομάδες. |
clear up vi phrasal | (weather: improve) | βελτιώνομαι ρ αμ |
| (μεταφορικά) | ανοίγω ρ αμ |
| The weather soon cleared up and the sun came out. |
| Ο καιρός άνοιξε γρήγορα και βγήκε ήλιος. |